Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2013

Ένας μήνας (και κάτι) στο Μόναχο

Μια φορά ακόμα είχα έρθει στο Μόναχο, 4 μήνες νωρίτερα, αλλά μόνο για 3 μέρες και με αιτία τη συνέντευξη για το μεταπτυχιακό, οπότε δεν ήταν προτεραιότητά μου να γνωρίσω την πόλη. Τότε κυκλοφορούσα στους δρόμους χαζεύοντας από δω κι από κει χωρίς να ξέρω πού να εστιάσω. Δε μου είχε κάνει κάποια φοβερή εντύπωση η πόλη. Όμορφη και καθαρή, δε λέω, αλλά όχι κάτι το εξαιρετικό.

Όταν ήρθα λοιπόν στο Μόναχο στα μέσα του Σεπτέμβρη, ήμουν ομολογουμένως -και προφανώς- χαμένη. Έφτασα με τη μητέρα μου, για να με βοηθήσει να τακτοποιηθώ, οπότε δε βρέθηκα απευθείας μόνη σε μια άγνωστη πόλη. Τις πρώτες μέρες αγοράσαμε ο,τι ήταν απαραίτητο για το σπίτι μου, ανοίξαμε λογαριασμό τράπεζας, κάναμε τουρισμό, πήγαμε στο Oktoberfest. Ταρακουνήθηκα πραγματικά, όταν το απόγευμα της Κυριακής η μητέρα μου είχε πάρει το τρένο για το αεροδρόμιο κι εγώ έμεινα μόνη μου. Ολομόναχη. Σε μια πόλη όπου δεν ήξερα κανέναν.

Την επόμενη βδομάδα τριγυρνούσα μόνη στο Μόναχο. Έκανα μερικά ακόμα ψώνια για το σπίτι, επισκέφτηκα το Haus der Kunst (μεταφ. "Σπίτι της τέχνης"). Μια μέρα περπάτησα δίπλα στον ποταμό Isar ώσπου βρέθηκα χαμένη στον απέραντο Αγγλικό Κήπο. Αγόρασα ένα μεταχειρισμένο ποδήλατο, γιατί ένιωθα παρείσακτη σε μια πόλη όπου απ' ότι φαίνεται όλοι κυκλοφορούν με ένα τέτοιο, ακόμα και τα πεντάχρονα. Έτυχε να γνωρίσω μια κοπέλα από την εστία μου και φάγαμε μια φορά μαζί. Πήγα και μια φορά μόνη μου σινεμά, μετά σκέφτηκα να πάω να πιω κάπου ένα ποτό, αλλά καθώς στεκόμουν έξω από ένα μπαρ, μου φάνηκε αδιανόητο να μπω και να καθίσω μόνη μου για ποτό.

Την Κυριακή εκείνης της εβδομάδας γνώρισα από κοντά ένα συμφοιτητή μου από το μεταπτυχιακό, με τον οποίο μιλούσα ήδη ένα μήνα στο facebook. Μόνοι και οι δυο σ' αυτήν την πόλη, βρισκόμασταν κάθε μέρα επί δέκα μέρες περίπου. Πήγαμε 1-2 φορές σινεμά, δοκιμάσαμε ένα ταϊλανδέζικο εστιατόριο, πήγαμε παρέα με τη γνωστή μου από την εστία και κάποιους φίλους της στο Oktoberfest, όπου ήπιαμε μπύρα στο ποτήρι του λίτρου και ανεβήκαμε στο τρενάκι των Ολυμπιακών Αγώνων του Μονάχου (βλ. φωτο) και αράξαμε στον Αγγλικό κήπο μια ηλιόλουστη και ζεστή μέρα, αφού η παράλογη κατανάλωση αλκοόλ της προηγούμενης νύχτας δεν μας επέτρεπε να κάνουμε βόλτες. Τώρα που είχα παρέα, ευχαριστιόμουν σίγουρα πολή περισσότερο το Μόναχο, και άρχιζα να νιώθω πιο οικεία σ' αυτήν την καινούργια για μένα πόλη.


Αργότερα ήρθε κι ένας φίλος που από Θεσσαλονίκη, για να σπουδάσει κι αυτός εδώ. Ήδη είχα μάθει λίγο την πόλη, την Altstadt (Παλιά Πόλη) και την περιοχή του πανεπιστημίου, είχα πάει σε αρκετά καφέ και μπαρ, και το συνειδητοποίησα με χαρά, όταν τη μέρα που ήρθε περπατούσαμε από το ένα μέρος στο άλλο για να αξιοποιήσουμε τη μέρα μας. Μεγάλη ευτυχία ήταν επίσης ότι πλέον είχα ίντερνετ στο κινητό, το οποίο με βοηθούσε να προσανατολιστώ, να βρω τη στάση του μετρό ή ένα ωραίο καφέ για να καθίσουμε.

Μετά ήρθε η ώρα να ξεκινήσει το μεταπτυχιακό. Αλλά πρώτα είχαμε μια εκδρομή να κάνουμε. Οι φοιτητές του μεταπτυχιακού μαζί με κάποιους καθηγητές, είχαμε ραντεβού στο σταθμό των τρένων, για να κατευθυνθούμε προς κάποιο σαλέ λίγο έξω από το Μόναχο. Γνώρισα λοιπόν τους συμφοιτητές μου: 5 Έλληνες, μια Αιγύπτια, ένας Μεξικάνους, ένας Λιθουανός, ένας Τούρκος και καμιά εικοσαριά Γερμανοί. Με το τρένο φτάσαμε στο Lengriees. Μπροστά μας βλέπαμε ένα ψηλό βουνό. Κάποιοι από μας αστειεύτηκαν: λέτε να ανεβούμε με τα πόδια αυτό το βουνό? Χαχα!.... Μας κόπηκε το γέλιο, όταν συνειδητοποιήσαμε ότι θα χρειαζόμασταν τουλάχιστον 2μιση ώρες πεζοπορία για να ανεβούμε σε ύψος 1540 μέτρων! Εν τω μεταξύ, μας έπιασε βροχή, ομίχλη, αυτούς που έμειναν πολύ πίσω ακόμα και χιόνι. Φτάσαμε μετά από 3 ώρες σε μια ξύλινη καλύβα, βγάλαμε τα βρεγμένα παλτό και παπούτσια και λουφάξαμε στα ξύλινα καθίσματα της τραπεζαρίας, ευγνωμονόντας το Θεό πού είχαμε επιτέλους φτάσει. Η μέρα συνεχίστηκε με μεσημεριανό φαγητό, λίγη ξεκούραση στα -ξύλινα, φυσικά- δωμάτια με τις -ξύλινες- κουκέτες, γνωριμία με τους συμφοιτητές σχετικά με τις προηγούμενες σπουδές μας και τις προσδοκίες μας για το μεταπτυχιακό, κάποια λόγια από τους καθηγητές και βραδινό φαγητό. Ο ύπνος μας ήταν ανήσυχος, αφού τα κρεβάτια τρίζανε και το να αλλάξει πλευρό κάποιος σήμαινε να ξυπνήσουν όλοι οι υπόλοιποι. Σηκωθήκαμε στις 8 και κοιτάξαμε έξω από το παράθυρο. Την προηγούμενη μέρα είχε αρχίσει να χιονίζει αρκετά, αλλά δεν ήμασταν προετοιμασμένοι γι' αυτό που αντικρύσαμε: όλα σκεπασμένα με χιόνι, το έδαφος δε με 60 εκατοστά ύψος! Φάγαμε πρωινό και φύγαμε από την καλύβα, περπατήσαμε μέσα στο χιόνι για 10-15 λεπτά, ώσπου φτάσαμε στο σταθμό του τελεφερίκ και κατεβήκαμε μέσα σε 10 λεπτά το βουνό. Η θέα φυσικά από το τελεφερίκ ήταν απίστευτη, περνούσαμε δίπλα από πανύψηλα χιονισμένα δέντρα. Η επιστροφή στο Μόναχο ήταν μεγαλύτερη ταλαιπωρία απ' ότι φανταζόμασταν, αφού το τρένο δε μπορούσε να προχωρήσει λόγω του χιονιού κι έπρεπε να περιμένουμε ένα λεωφορείο να μας μεταφέρει σε άλλη πόλη, όπου θα παίρναμε ένα άλλο τρένο. Έφτασα τελικά 3μιση το απόγευμα στο σπίτι, κατάκοπη μεν αλλά όχι διατεθιμένη για ύπνο. Προτιμούσα να βρεθώ με τον φίλο μου από τη Θεσσαλονίκη και να του διηγηθώ τις περιπέτειες του διήμερου.



Μετά από λίγες μέρες ξεκίνησε το μεταπτυχιακό. Την πρώτη βδομάδα κάναμε λίγα μαθήματα, αλλά κυρίως...το κάψαμε! Πάρτυ, μπαρ, πολύ αλκοόλ, πολύς χορός! Η εβδομάδα εκείνη με αρρώστησε αλλά πέρασα υπέροχα! Μαζί με τους υπόλοιπους Έλληνες, την Αιγύπτια και το Μεξικάνο φτιάξαμε ένα απίστευτο παρεάκι, έχουμε κοινή συζήτηση στο whatsapp και κανονίζουμε τα πάντα μαζί: να πάμε στις διαλέξεις, στη λέσχη, στη βιβλιοθήκη, στα μπαρ. Από τότε που τους γνώρισα δεν έχω νιώσει ούτε στιγμή μόνη. Δεν τους ξέρω βέβαια ακόμα πολύ καλά, αλλά ξέρω ότι θα με βοηθήσουν αν χρειαστώ κάτι και ότι είναι διατεθιμένοι να με γνωρίσουν καλύτερα όπως κι εγώ εκείνους.

Είμαι συνέχεια σε επαφή με τους γονείς μου και τους φίλους μου, δεν ξεχνάω κανέναν. Η Θεσσαλονίκη όλως περιέργως δε μου λείπει, το Μόναχο το έχω αγαπήσει και κάθε μέρα το ανακαλύπτω λίγο περισσότερο, έχω ήδη βρει αγαπημένα μέρα, κυκλοφορώ άνετα στην πόλη με τα μέσα συγκοινωνίας σα να έμενα από πάντα εδώ. Ήταν ωραία που έμενα στο πατρικό μου στη Θεσσαλονίκη με τους δικούς μου ανθρώπους, αλλά το να μένω μόνη μου έχει κάτι το συναρπαστικό, έχω προσαρμοστεί και μ' αρέσει. Το ότι μένω μόνη μου πλέον και μακριά από τους γονείς μου, με έχει αλλάξει επίσης κάπως. Νιώθω πλέον απόλυτα υπεύθυνη για τον εαυτό μου -οπότε πρέπει να με προσέχω καλύτερα-, αλλά ταυτόχρονα νιώθω μια ελευθερία κι έναν αυθορμητισμό που δεν ένιωθα παλιότερα. Δεν ξέρω, αν φταίει και η ίδια η πόλη γι' αυτήν την -θετική, φυσικά- αλλαγή, πάντως αισθάνομαι ότι αυτή η πόλη μου ταιριάζει, μου κάνει καλό. Πέρασε μόλις ένας μήνας -και κάτι- αλλά μου φαίνεται πολύ περισσότερο...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου